Anonymous

Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

ἄρριχος: Difference between revisions

From LSJ
3
(6)
(3)
Line 18: Line 18:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἄρριχος]], η (Α)<br />[[κοφίνι]] από [[λυγαριά]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Αβέβ. ετυμολ. Πιθ. πρόκειται για [[δάνειο]]. Ο τ. ανήκει στις λέξεις με [[επίθημα]] -<i>χος</i> (<b>[[πρβλ]].</b> <i>σύρριχος</i> «[[καλάθι]]»). Ο αττ. τ. [[άρριχος]] σχηματίστηκε με [[αφομοίωση]] από τον ιων. τ. <i>άρσιχος</i>. Το [[θέμα]] <i>αρσι</i>-προήλθε πιθ. από <i>ŗso</i> / <i>ŗsi</i>- <span style="color: red;"><</span> ΙΕ. [[ρίζα]] <i>ers</i>- / <i>res</i>- «[[στρέφω]], [[τυλίγω]], [[πλέκω]]» (<b>[[πρβλ]].</b> αρχ. ινδ. <i>rajjuh</i> «[[σχοινί]]», λατ. <i>restis</i> «[[σχοινί]]» <b>κ.ά.</b>) ή κατ' άλλους από το [[αίρω]] «[[υψώνω]]»].
|mltxt=[[ἄρριχος]], η (Α)<br />[[κοφίνι]] από [[λυγαριά]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Αβέβ. ετυμολ. Πιθ. πρόκειται για [[δάνειο]]. Ο τ. ανήκει στις λέξεις με [[επίθημα]] -<i>χος</i> (<b>[[πρβλ]].</b> <i>σύρριχος</i> «[[καλάθι]]»). Ο αττ. τ. [[άρριχος]] σχηματίστηκε με [[αφομοίωση]] από τον ιων. τ. <i>άρσιχος</i>. Το [[θέμα]] <i>αρσι</i>-προήλθε πιθ. από <i>ŗso</i> / <i>ŗsi</i>- <span style="color: red;"><</span> ΙΕ. [[ρίζα]] <i>ers</i>- / <i>res</i>- «[[στρέφω]], [[τυλίγω]], [[πλέκω]]» (<b>[[πρβλ]].</b> αρχ. ινδ. <i>rajjuh</i> «[[σχοινί]]», λατ. <i>restis</i> «[[σχοινί]]» <b>κ.ά.</b>) ή κατ' άλλους από το [[αίρω]] «[[υψώνω]]»].
}}
{{lsm
|lsmtext='''ἄρρῐχος:''' ἡ και ὁ, [[καλάθι]] που είναι κατασκευασμένο από [[καλάμι]] ή [[λυγαριά]], σε Αριστοφ., Ανθ.
}}
}}