Anonymous

ῥοιβδέω: Difference between revisions

From LSJ
6
(Autenrieth)
(6)
Line 21: Line 21:
{{Autenrieth
{{Autenrieth
|auten=([[ῥοῖβδος]], [[ῥοῖζος]]), aor. opt. ῥοιβδήσειεν: [[gulp]], [[suck]] in, Od. 12.106†.
|auten=([[ῥοῖβδος]], [[ῥοῖζος]]), aor. opt. ῥοιβδήσειεν: [[gulp]], [[suck]] in, Od. 12.106†.
}}
{{lsm
|lsmtext='''ῥοιβδέω:''' μέλ. <i>-ήσω</i>,<br /><b class="num">I.</b> [[καταπίνω]], ρουφώ με θόρυβο, λέγεται για τη [[Χάρυβδη]], σε Ομήρ. Οδ.· πρβλ. [[ἀναρροιβδέω]].<br /><b class="num">II.</b> όπως το [[ῥοιζέω]], κινούμαι με θορυβώδη ήχο, κάνω [[κάτι]] να τρίζει, <i>ῥοιβδοῦσα κόλπον αἰγίδος</i>, σε Αισχύλ.
}}
}}