Anonymous

βούλευσις: Difference between revisions

From LSJ
3
(7)
(3)
Line 24: Line 24:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[βούλευσις]], η (Α) [[βουλεύω]]<br /><b>1.</b> [[σκέψη]], προσεκτική [[εξέταση]], [[μελέτη]]<br /><b>2.</b> (ως [[αττικός]] [[δικανικός]] όρος) α) [[επιβουλή]] [[κατά]] της ζωής κάποιου<br />β) η [[κατά]] [[λάθος]] [[διατήρηση]] στον κατάλογο των οφειλετών του δημοσίου του ονόματος κάποιου που έχει πληρώσει το [[χρέος]] του.
|mltxt=[[βούλευσις]], η (Α) [[βουλεύω]]<br /><b>1.</b> [[σκέψη]], προσεκτική [[εξέταση]], [[μελέτη]]<br /><b>2.</b> (ως [[αττικός]] [[δικανικός]] όρος) α) [[επιβουλή]] [[κατά]] της ζωής κάποιου<br />β) η [[κατά]] [[λάθος]] [[διατήρηση]] στον κατάλογο των οφειλετών του δημοσίου του ονόματος κάποιου που έχει πληρώσει το [[χρέος]] του.
}}
{{lsm
|lsmtext='''βούλευσις:''' -εως, ἡ,<br /><b class="num">I.</b> [[απόφαση]] [[κατόπιν]] σκέψεως, σε Αριστ.<br /><b class="num">II.</b> ως [[νομικός]] όρος, παράνομη [[εγγραφή]] ενός πολίτη [[ανάμεσα]] στους οφειλέτες του Δημοσίου, σε Δημ.
}}
}}