Anonymous

εἰσδέχομαι: Difference between revisions

From LSJ
4
(10)
(4)
Line 30: Line 30:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[εἰσδέχομαι]] (Α)<br /><b>1.</b> [[επιτρέπω]] την είσοδο<br /><b>2.</b> [[υποδέχομαι]]<br /><b>3.</b> [[παραδέχομαι]], [[παίρνω]] («εἰσδέξαι τινὰ συνοικιστῆρα»).
|mltxt=[[εἰσδέχομαι]] (Α)<br /><b>1.</b> [[επιτρέπω]] την είσοδο<br /><b>2.</b> [[υποδέχομαι]]<br /><b>3.</b> [[παραδέχομαι]], [[παίρνω]] («εἰσδέξαι τινὰ συνοικιστῆρα»).
}}
{{lsm
|lsmtext='''εἰσδέχομαι:''' Ιων. ἐσ-[[δέκομαι]], μέλ. -[[δέξομαι]], αποθ., [[δέχομαι]] μέσα, [[επιτρέπω]] την είσοδο, ἐςτὸ [[ἱρόν]], σε Ηρόδ.· με αιτ., σε Ευρ.· με δοτ., <i>ἄντροις εἰσδέξασθαί τινα</i>, [[υποδέχομαι]] κάποιον σε [[σπηλιά]], σε [[σπήλαιο]], στον ίδ.· <i>εἰσδ. τινα ὑπόστεγον</i>, σε Σοφ.
}}
}}