Anonymous

ἄτυμβος: Difference between revisions

From LSJ
3
(6)
(3)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἄτυμβος]] και [[ἀτύμβευτος]], -ον (Α) [[τύμβος]]<br />ο [[άταφος]].
|mltxt=[[ἄτυμβος]] και [[ἀτύμβευτος]], -ον (Α) [[τύμβος]]<br />ο [[άταφος]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''ἄτυμβος:''' -ον, αυτός που δεν έχει τύμβο, σε Λουκ.
}}
}}