Anonymous

γύννις: Difference between revisions

From LSJ
3
(8)
(3)
Line 24: Line 24:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[γύννις]] (-ιδος), ο (Α)<br />[[θηλυπρεπής]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <b>(θ.)</b> <i>γυν</i>-, [[γυνή]], με εκφραστικό, υποκοριστικό διπλασιασμό].
|mltxt=[[γύννις]] (-ιδος), ο (Α)<br />[[θηλυπρεπής]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <b>(θ.)</b> <i>γυν</i>-, [[γυνή]], με εκφραστικό, υποκοριστικό διπλασιασμό].
}}
{{lsm
|lsmtext='''γύννις:''' -ιδος, ὁ ([[γυνή]]), [[θηλυπρεπής]] άντρας, σε Θεόκρ.
}}
}}