3,277,180
edits
(8) |
(3) |
||
Line 24: | Line 24: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[δαιδαλόχειρ]], ο, η (Α)<br />αυτός που έχει έμπειρο [[χέρι]]. | |mltxt=[[δαιδαλόχειρ]], ο, η (Α)<br />αυτός που έχει έμπειρο [[χέρι]]. | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''δαιδᾰλόχειρ:''' ὁ, ἡ, αυτός που έχει [[επιδεξιότητα]], αυτός που έχει ικανά χέρια, [[δεξιοτέχνης]], [[επιδέξιος]], σε Ανθ. | |||
}} | }} |