Anonymous

δείδεκτο: Difference between revisions

From LSJ
3
(big3_10)
(3)
Line 21: Line 21:
{{DGE
{{DGE
|dgtxt=v. [[δειδίσκομαι]].
|dgtxt=v. [[δειδίσκομαι]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''δείδεκτο:''' γʹ ενικ. υπερσ. του [[δείκνυμι]] ([[σημασία]] II)· — δειδέχᾰται, δειδέχᾰτο, Επικ. γʹ πληθ. παρακ. και υπερσ.
}}
}}