Anonymous

διασκέπτομαι: Difference between revisions

From LSJ
4
(9)
(4)
Line 24: Line 24:
{{grml
{{grml
|mltxt=(Α [[διασκέπτομαι]])<br /><b>1.</b> [[μελετώ]] [[κάτι]] με [[προσοχή]], [[εξετάζω]] διεξοδικά<br /><b>2.</b> [[συσκέπτομαι]] με άλλον ή άλλους για τη [[λήψη]] αποφάσεων.
|mltxt=(Α [[διασκέπτομαι]])<br /><b>1.</b> [[μελετώ]] [[κάτι]] με [[προσοχή]], [[εξετάζω]] διεξοδικά<br /><b>2.</b> [[συσκέπτομαι]] με άλλον ή άλλους για τη [[λήψη]] αποφάσεων.
}}
{{lsm
|lsmtext='''διασκέπτομαι:''' μεταγεν. [[τύπος]] του [[διασκοπέω]], σε Λουκ.
}}
}}