Anonymous

Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

ἐκφαυλίζω: Difference between revisions

From LSJ
4
(11)
(4)
Line 24: Line 24:
{{grml
{{grml
|mltxt=(AM [[ἐκφαυλίζω]])<br /><b>μσν.- νεοελλ.</b><br />[[κάνω]] [[κάτι]] ή κάποιον φαύλο, ευτελή, χειρότερο από [[ηθική]] [[άποψη]], [[εξευτελίζω]], [[διαφθείρω]], [[εξαχρειώνω]], [[εκφυλίζω]]<br />«η [[φτώχεια]] εκφαυλίζει τους ανθρώπους»<br />«[[έπειτα]] από [[κάθε]] πόλεμο τα ήθη εκφαυλίζονται»<br /><b>μσν.-αρχ.</b><br />[[περιφρονώ]], [[θεωρώ]] ανάξιο λόγου<br />(«[[θρησκεία]] τῶν Ἀγαρηνῶν ἐγὼ τὴν [[ἐκφαυλίζω]], συντάσσομαι μὲ τὸν Χριστόν», Διγ.)<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[απορρίπτω]] [[κάτι]] ως [[κακό]] ή άχρηστο («τὰ ἐκφαυλισθέντα τούτοις τροφὴν παρατίθησι», Αιλ.)<br /><b>2.</b> (με απρφ.) [[απαξιώ]] να [[κάνω]] [[κάτι]] («οὐδὲ ἐξεφαύλισε τὸν ἄλογον καὶ ἄφωνον (ἵππον) ἰάσασθαι», Αιλ.)<br /><b>3.</b> [[είμαι]] [[ανίσχυρος]], δεν έχω [[δύναμη]] («ἡ τῶν ἰατρῶν ἐκπεφαύλισται [[κρίσις]]», Φιλής).
|mltxt=(AM [[ἐκφαυλίζω]])<br /><b>μσν.- νεοελλ.</b><br />[[κάνω]] [[κάτι]] ή κάποιον φαύλο, ευτελή, χειρότερο από [[ηθική]] [[άποψη]], [[εξευτελίζω]], [[διαφθείρω]], [[εξαχρειώνω]], [[εκφυλίζω]]<br />«η [[φτώχεια]] εκφαυλίζει τους ανθρώπους»<br />«[[έπειτα]] από [[κάθε]] πόλεμο τα ήθη εκφαυλίζονται»<br /><b>μσν.-αρχ.</b><br />[[περιφρονώ]], [[θεωρώ]] ανάξιο λόγου<br />(«[[θρησκεία]] τῶν Ἀγαρηνῶν ἐγὼ τὴν [[ἐκφαυλίζω]], συντάσσομαι μὲ τὸν Χριστόν», Διγ.)<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[απορρίπτω]] [[κάτι]] ως [[κακό]] ή άχρηστο («τὰ ἐκφαυλισθέντα τούτοις τροφὴν παρατίθησι», Αιλ.)<br /><b>2.</b> (με απρφ.) [[απαξιώ]] να [[κάνω]] [[κάτι]] («οὐδὲ ἐξεφαύλισε τὸν ἄλογον καὶ ἄφωνον (ἵππον) ἰάσασθαι», Αιλ.)<br /><b>3.</b> [[είμαι]] [[ανίσχυρος]], δεν έχω [[δύναμη]] («ἡ τῶν ἰατρῶν ἐκπεφαύλισται [[κρίσις]]», Φιλής).
}}
{{lsm
|lsmtext='''ἐκφαυλίζω:''' μέλ. Αττ. <i>-ιῶ</i>, [[υποτιμώ]], [[θεωρώ]] [[κάτι]] ανάξιο λόγου, [[απαξιώ]], σε Λουκ.
}}
}}