3,277,226
edits
(12) |
(4) |
||
Line 21: | Line 21: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[ἐξεργαστικός]], -ή, -όν (Α) [[εξεργασία]]<br /><b>1.</b> αυτός που δείχνει ζήλο για [[εξεργασία]] («ἐξεργαστικωτάτους ὧν ἄν ἐγχειρῶσι», <b>Ξεν.</b>)<br /><b>2.</b> <b>το ουδ. ως ουσ.</b> <i>τὸ ἐξεργαστικόν</i><br />η [[εκζήτηση]]. | |mltxt=[[ἐξεργαστικός]], -ή, -όν (Α) [[εξεργασία]]<br /><b>1.</b> αυτός που δείχνει ζήλο για [[εξεργασία]] («ἐξεργαστικωτάτους ὧν ἄν ἐγχειρῶσι», <b>Ξεν.</b>)<br /><b>2.</b> <b>το ουδ. ως ουσ.</b> <i>τὸ ἐξεργαστικόν</i><br />η [[εκζήτηση]]. | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''ἐξεργαστικός:''' -ή, -όν, αυτός που είναι [[ικανός]] να κατορθώσει [[κάτι]], <i>τινος</i>, σε Ξεν. | |||
}} | }} |