Anonymous

ἐξευτρεπίζω: Difference between revisions

From LSJ
4
(12)
(4)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἐξευτρεπίζω]] (Α) [[ευτρεπίζω]]<br />[[ευτρεπίζω]] [[τελείως]], [[συγυρίζω]] πολύ καλά.
|mltxt=[[ἐξευτρεπίζω]] (Α) [[ευτρεπίζω]]<br />[[ευτρεπίζω]] [[τελείως]], [[συγυρίζω]] πολύ καλά.
}}
{{lsm
|lsmtext='''ἐξευτρεπίζω:''' [[προετοιμάζω]], [[παρασκευάζω]], σε Ευρ.
}}
}}