Anonymous

ἔπειτα: Difference between revisions

From LSJ
3,944 bytes added ,  30 December 2018
4
(13)
(4)
Line 33: Line 33:
{{grml
{{grml
|mltxt=(AM [[ἔπειτα]])<br /><b>επίρρ.</b><br /><b>1.</b> αργότερα, [[μετά]], ακολούθως<br /><b>2.</b> (σε [[ερώτηση]]) [[έπειτα]]; <i>κι [[έπειτα]]; εκφράζει [[περιφρόνηση]], [[ειρωνεία]] ή [[αδιαφορία]] για ισχυρισμό ή [[συμπέρασμα]] που υπονοείται (α. «θα φύγει<br />κι [[έπειτα]];» β. «[[ἔπειτα]] οὐκ οἴει φροντίζειν τοὺς θεοὺς ἀνθρώπων;»<br /><b>3.</b> <b>φρ.</b> (σε εμφαντικές ερωτήσεις) α) «[[έπειτα]], [[είναι]] [[επιχείρημα]] αυτό;» <br />β) «[[ἔπειτα]] τοῡ δέει;»<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> τελικά, στο [[κάτω]] [[κάτω]] («κι [[έπειτα]] δεν ήταν [[ειλικρινής]] από την [[αρχή]]»)<br /><b>2.</b> [[εκτός]] απ' αυτό («[[είναι]] πολύ δύσκολο, [[έπειτα]] δεν έχουμε και καιρό»)<br /><b>3.</b> <b>φρ.</b> «[[έπειτα]] από» <br />α) [[κατόπιν]], ύστερα, [[μετά]] («[[έπειτα]] από [[χρόνια]] θα έχουν ξεχαστεί όλα»)<br />β) ως [[συνέπεια]] [[μετά]] από [[κάτι]] [[άλλο]] ή σ' [[αντίθεση]] («[[έπειτα]] από τόσες θυσίες τά παράτησε όλα σύξυλα κι έφυγε», «[[έπειτα]] από πολύ καιρό σε ξαναβλέπουμε»)<br /><b>αρχ.-μσν.</b><br />από δω και [[πέρα]], στο [[εξής]] («ἤ πέφατ' ἤ καὶ [[ἔπειτα]] πεφήσεται», <b>Ομ. Ιλ.</b>)<br /><b>2.</b> (αναφορικά με προηγούμενη [[πράξη]]) [[τότε]] ακριβώς, εκείνο τον χρόνο («οἱ μὲν [[ἔπειτα]] πεσσοῑσι... θυμὸν ἔτερπον», <b>Ομ. Οδ.</b>)<br /><b>3.</b> (με [[άρθρο]]) <i>ὁ [[ἔπειτα]]<br />ο [[επόμενος]] (α. «ὁ [[ἔπειτα]] [[βίος]]» β. «οἱ [[ἔπειτα]]» — οι μεταγενέστεροι)<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> (για [[έκφραση]] θαυμασμού, έκπληξης) αλλ' όμως, παρ' όλα αυτά («τὸ μητρὸς αἶμα... ἐκχέας [[πέδοι]], [[ἔπειτα]] ἐν Ἄργει δώματ' οἰκήσει πατρός;», <b>Αισχύλ.</b>)<br /><b>2.</b> σε [[απόδοση]] ([[ποτέ]] στην [[αρχή]] πρότ.)<br />α) ([[μετά]] από χρον. σύνδ.) ακολούθως, στη [[συνέχεια]] («[[ἐπεὶ]] δὲ σφαίρῃ...<br />πειρήσαντο, ὀρχείσθην δὲ [[ἔπειτα]]», <b>Ομ. Οδ.</b>)<br />β) ([[μετά]] από υποθετ. σύνδ.) [[τότε]] βέβαια («εἰ δ' ἐτεὸν δή... ἀγορεύεις, ἐξ ἄρα δή τοι [[ἔπειτα]] θεοὶ φρένας ὤλεσαν», <b>Ομ. Ιλ.</b>)<br />γ) (όταν η [[απόδοση]] [[είναι]] [[ερώτηση]]) σ' αυτή την [[περίπτωση]] («εἰ μὲν δὴ κελεύετε πῶς ἄν ἔπειτ' Ὀδυσῆος ἐγὼ λαθοίμην;», <b>Ομ. Ιλ.</b>)<br /><b>7.</b> (σε [[λογική]] [[ακολουθία]], [[αποτέλεσμα]] ή [[συμπέρασμα]]) γι' αυτό, [[επομένως]] («οὐ σὺ γ' [[ἔπειτα]] Τυδέος ἔκγονός ἐσσι», <b>Ομ. Ιλ.</b>)<br /><b>8.</b> (στη [[διήγηση]] μιας ιστορίας) [[λοιπόν]], που λες («[[νῆσος]] [[ἔπειτα]] τις ἔστι πολυκλύστῳ ἐνὶ πόντῳ», <b>Ομ. Οδ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>επί</i> <span style="color: red;">+</span> [[είτα]]].
|mltxt=(AM [[ἔπειτα]])<br /><b>επίρρ.</b><br /><b>1.</b> αργότερα, [[μετά]], ακολούθως<br /><b>2.</b> (σε [[ερώτηση]]) [[έπειτα]]; <i>κι [[έπειτα]]; εκφράζει [[περιφρόνηση]], [[ειρωνεία]] ή [[αδιαφορία]] για ισχυρισμό ή [[συμπέρασμα]] που υπονοείται (α. «θα φύγει<br />κι [[έπειτα]];» β. «[[ἔπειτα]] οὐκ οἴει φροντίζειν τοὺς θεοὺς ἀνθρώπων;»<br /><b>3.</b> <b>φρ.</b> (σε εμφαντικές ερωτήσεις) α) «[[έπειτα]], [[είναι]] [[επιχείρημα]] αυτό;» <br />β) «[[ἔπειτα]] τοῡ δέει;»<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> τελικά, στο [[κάτω]] [[κάτω]] («κι [[έπειτα]] δεν ήταν [[ειλικρινής]] από την [[αρχή]]»)<br /><b>2.</b> [[εκτός]] απ' αυτό («[[είναι]] πολύ δύσκολο, [[έπειτα]] δεν έχουμε και καιρό»)<br /><b>3.</b> <b>φρ.</b> «[[έπειτα]] από» <br />α) [[κατόπιν]], ύστερα, [[μετά]] («[[έπειτα]] από [[χρόνια]] θα έχουν ξεχαστεί όλα»)<br />β) ως [[συνέπεια]] [[μετά]] από [[κάτι]] [[άλλο]] ή σ' [[αντίθεση]] («[[έπειτα]] από τόσες θυσίες τά παράτησε όλα σύξυλα κι έφυγε», «[[έπειτα]] από πολύ καιρό σε ξαναβλέπουμε»)<br /><b>αρχ.-μσν.</b><br />από δω και [[πέρα]], στο [[εξής]] («ἤ πέφατ' ἤ καὶ [[ἔπειτα]] πεφήσεται», <b>Ομ. Ιλ.</b>)<br /><b>2.</b> (αναφορικά με προηγούμενη [[πράξη]]) [[τότε]] ακριβώς, εκείνο τον χρόνο («οἱ μὲν [[ἔπειτα]] πεσσοῑσι... θυμὸν ἔτερπον», <b>Ομ. Οδ.</b>)<br /><b>3.</b> (με [[άρθρο]]) <i>ὁ [[ἔπειτα]]<br />ο [[επόμενος]] (α. «ὁ [[ἔπειτα]] [[βίος]]» β. «οἱ [[ἔπειτα]]» — οι μεταγενέστεροι)<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> (για [[έκφραση]] θαυμασμού, έκπληξης) αλλ' όμως, παρ' όλα αυτά («τὸ μητρὸς αἶμα... ἐκχέας [[πέδοι]], [[ἔπειτα]] ἐν Ἄργει δώματ' οἰκήσει πατρός;», <b>Αισχύλ.</b>)<br /><b>2.</b> σε [[απόδοση]] ([[ποτέ]] στην [[αρχή]] πρότ.)<br />α) ([[μετά]] από χρον. σύνδ.) ακολούθως, στη [[συνέχεια]] («[[ἐπεὶ]] δὲ σφαίρῃ...<br />πειρήσαντο, ὀρχείσθην δὲ [[ἔπειτα]]», <b>Ομ. Οδ.</b>)<br />β) ([[μετά]] από υποθετ. σύνδ.) [[τότε]] βέβαια («εἰ δ' ἐτεὸν δή... ἀγορεύεις, ἐξ ἄρα δή τοι [[ἔπειτα]] θεοὶ φρένας ὤλεσαν», <b>Ομ. Ιλ.</b>)<br />γ) (όταν η [[απόδοση]] [[είναι]] [[ερώτηση]]) σ' αυτή την [[περίπτωση]] («εἰ μὲν δὴ κελεύετε πῶς ἄν ἔπειτ' Ὀδυσῆος ἐγὼ λαθοίμην;», <b>Ομ. Ιλ.</b>)<br /><b>7.</b> (σε [[λογική]] [[ακολουθία]], [[αποτέλεσμα]] ή [[συμπέρασμα]]) γι' αυτό, [[επομένως]] («οὐ σὺ γ' [[ἔπειτα]] Τυδέος ἔκγονός ἐσσι», <b>Ομ. Ιλ.</b>)<br /><b>8.</b> (στη [[διήγηση]] μιας ιστορίας) [[λοιπόν]], που λες («[[νῆσος]] [[ἔπειτα]] τις ἔστι πολυκλύστῳ ἐνὶ πόντῳ», <b>Ομ. Οδ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>επί</i> <span style="color: red;">+</span> [[είτα]]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''ἔπειτα:''' Ιων. -ειτεν, επίρρ. ([[ἐπί]], [[εἶτα]])·<br /><b class="num">I. 1.</b> δηλώνει [[ακολουθία]], [[ευθύς]], [[έπειτα]], [[αμέσως]] [[έπειτα]], Λατ. [[deinde]], όταν βρίσκεται σε ισχυρή [[αντίθεση]] με προηγηθείσα [[πράξη]] ή [[κατάσταση]] με ιστορικούς χρόνους, [[μετά]] ταύτα, [[κατόπιν]], με μέλ., [[εφεξής]], εν συνεχεία, σε Όμηρ. κ.λπ.· στη [[διήγηση]], πρῶτον [[μέν]]..., ακολουθ. από το [[ἔπειτα]] δέ..., Λατ. [[primum]]..., [[deinde]]..., σε Θουκ. κ.λπ.· πρὶν [[μέν]]..., <i>ἔπ. δέ..</i>., σε Σοφ.· με οριστ. [[άρθρο]], <i>τὸ ἔπ</i>., αυτό που ακολουθεί, το επόμενο, στον ίδ.· <i>οἱ ἔπ</i>. μελλοντικές γενιές, οι μεταγενέστεροι, σε Αισχύλ.· ὁ ἔπ. [[βίος]], σε Πλάτ.· <i>ἐν τῷ ἔπ</i>. (ενν. <i>χρόνῳ</i>), στον ίδ.<br /><b class="num">2.</b> όπως το [[εἶτα]], με [[ρήμα]] που ακολουθεί μτχ., μειδήσασα δ' ἐπ' ἑῷ [[ἐγκάτθετο]] κόλπῳ, χαμογέλασε και [[έπειτα]] το τοποθέτησε στο [[στήθος]] της, σε Ομήρ. Ιλ.· [[συχνά]], λέγεται για να δηλώσει [[έκπληξη]] ή παρόμοια συναισθήματα, κι [[έπειτα]], και παρ' όλα αυτά, τὸ μητρὸς [[αἷμα]] ἐκχέας ἔπ. δώματ' οἰκήσεις πατρός; [[αφού]] έχυσες το [[αίμα]] της μητέρας [[σου]], παρ' όλα αυτά θα κατοικήσεις στον οίκο του [[πατέρα]] [[σου]]; σε Αισχύλ.<br /><b class="num">3.</b> [[μετά]] από [[χρονικό]] σύνδ., [[μετά]], στη [[συνέχεια]], [[ἐπειδὴ]] σφαίρῃ πειρήσαντο, [[ὠρχείσθην]] δὴ ἔπ., [[αφού]] τελείωσαν το [[παιχνίδι]] της σφαίρας στη [[συνέχεια]] χόρεψαν, σε Ομήρ. Οδ.<br /><b class="num">4.</b> [[μετά]] από τα <i>εἰ</i> ή <i>ἤν</i>, [[τότε]] [[βεβαίως]], <i>εἰ δ' ἐτεὸν ἀγορεύεις</i>, ἐξ [[ἄρα]] δή [[τοι]] ἔπ. θεοὶ φρένας ὤλεσαν, εάν λες την [[αλήθεια]], [[τότε]] βεβαίωσε ότι οι θεοί σε έχουν τρελάνει, σε Ομήρ. Ιλ.· το ίδιο κι όταν η [[απόδοση]] είναι [[ερώτηση]]: <i>εἰ κελεύετε</i>, [[πῶς]] ἂν ἔπειτ' Ὀδυσῆος λαθοίμην; πώς [[μπορώ]] εγώ σε τέτοια [[περίπτωση]]; στο ίδ.<br /><b class="num">II. 1.</b> λέγεται για [[ακολουθία]] ή [[συμπέρασμα]], [[γιατί]] [[τότε]], γι' αυτό, για τούτο, οὐ σύ γ' [[ἔπειτα]] Τυδέος ἔκγονός ἐσσι, στο ίδ.<br /><b class="num">2.</b> χρησιμοποιείται στην [[έναρξη]] διήγησης, [[λοιπόν]], σε Ομήρ. Οδ.<br /><b class="num">3.</b> στην Αττ., στην [[εισαγωγή]] εμφατικών ερωτήσεων, και [[λοιπόν]]..., <i>ἔπ. τοῦ δέει;</i> σε Αριστοφ.· χρησιμοποιείται για [[δήλωση]] έκπληξης, αληθώς, μα την [[αλήθεια]], όχι δα; [[πράγματι]]; <i>ἔπειτ' οὐκ οἴει φροντίζειν</i> (τοὺς θεοὺς [[τῶν]] ἀνθρώπων)<i>;</i> σε Ξεν.· [[ἔπειτα]] [[δῆτα]] [[δοῦλος]] ὤν κόμην ἔχεις; σε Αριστοφ.
}}
}}