Anonymous

ἔπειτα: Difference between revisions

From LSJ
1,612 bytes added ,  31 December 2018
2
(4)
(2)
Line 36: Line 36:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἔπειτα:''' Ιων. -ειτεν, επίρρ. ([[ἐπί]], [[εἶτα]])·<br /><b class="num">I. 1.</b> δηλώνει [[ακολουθία]], [[ευθύς]], [[έπειτα]], [[αμέσως]] [[έπειτα]], Λατ. [[deinde]], όταν βρίσκεται σε ισχυρή [[αντίθεση]] με προηγηθείσα [[πράξη]] ή [[κατάσταση]] με ιστορικούς χρόνους, [[μετά]] ταύτα, [[κατόπιν]], με μέλ., [[εφεξής]], εν συνεχεία, σε Όμηρ. κ.λπ.· στη [[διήγηση]], πρῶτον [[μέν]]..., ακολουθ. από το [[ἔπειτα]] δέ..., Λατ. [[primum]]..., [[deinde]]..., σε Θουκ. κ.λπ.· πρὶν [[μέν]]..., <i>ἔπ. δέ..</i>., σε Σοφ.· με οριστ. [[άρθρο]], <i>τὸ ἔπ</i>., αυτό που ακολουθεί, το επόμενο, στον ίδ.· <i>οἱ ἔπ</i>. μελλοντικές γενιές, οι μεταγενέστεροι, σε Αισχύλ.· ὁ ἔπ. [[βίος]], σε Πλάτ.· <i>ἐν τῷ ἔπ</i>. (ενν. <i>χρόνῳ</i>), στον ίδ.<br /><b class="num">2.</b> όπως το [[εἶτα]], με [[ρήμα]] που ακολουθεί μτχ., μειδήσασα δ' ἐπ' ἑῷ [[ἐγκάτθετο]] κόλπῳ, χαμογέλασε και [[έπειτα]] το τοποθέτησε στο [[στήθος]] της, σε Ομήρ. Ιλ.· [[συχνά]], λέγεται για να δηλώσει [[έκπληξη]] ή παρόμοια συναισθήματα, κι [[έπειτα]], και παρ' όλα αυτά, τὸ μητρὸς [[αἷμα]] ἐκχέας ἔπ. δώματ' οἰκήσεις πατρός; [[αφού]] έχυσες το [[αίμα]] της μητέρας [[σου]], παρ' όλα αυτά θα κατοικήσεις στον οίκο του [[πατέρα]] [[σου]]; σε Αισχύλ.<br /><b class="num">3.</b> [[μετά]] από [[χρονικό]] σύνδ., [[μετά]], στη [[συνέχεια]], [[ἐπειδὴ]] σφαίρῃ πειρήσαντο, [[ὠρχείσθην]] δὴ ἔπ., [[αφού]] τελείωσαν το [[παιχνίδι]] της σφαίρας στη [[συνέχεια]] χόρεψαν, σε Ομήρ. Οδ.<br /><b class="num">4.</b> [[μετά]] από τα <i>εἰ</i> ή <i>ἤν</i>, [[τότε]] [[βεβαίως]], <i>εἰ δ' ἐτεὸν ἀγορεύεις</i>, ἐξ [[ἄρα]] δή [[τοι]] ἔπ. θεοὶ φρένας ὤλεσαν, εάν λες την [[αλήθεια]], [[τότε]] βεβαίωσε ότι οι θεοί σε έχουν τρελάνει, σε Ομήρ. Ιλ.· το ίδιο κι όταν η [[απόδοση]] είναι [[ερώτηση]]: <i>εἰ κελεύετε</i>, [[πῶς]] ἂν ἔπειτ' Ὀδυσῆος λαθοίμην; πώς [[μπορώ]] εγώ σε τέτοια [[περίπτωση]]; στο ίδ.<br /><b class="num">II. 1.</b> λέγεται για [[ακολουθία]] ή [[συμπέρασμα]], [[γιατί]] [[τότε]], γι' αυτό, για τούτο, οὐ σύ γ' [[ἔπειτα]] Τυδέος ἔκγονός ἐσσι, στο ίδ.<br /><b class="num">2.</b> χρησιμοποιείται στην [[έναρξη]] διήγησης, [[λοιπόν]], σε Ομήρ. Οδ.<br /><b class="num">3.</b> στην Αττ., στην [[εισαγωγή]] εμφατικών ερωτήσεων, και [[λοιπόν]]..., <i>ἔπ. τοῦ δέει;</i> σε Αριστοφ.· χρησιμοποιείται για [[δήλωση]] έκπληξης, αληθώς, μα την [[αλήθεια]], όχι δα; [[πράγματι]]; <i>ἔπειτ' οὐκ οἴει φροντίζειν</i> (τοὺς θεοὺς [[τῶν]] ἀνθρώπων)<i>;</i> σε Ξεν.· [[ἔπειτα]] [[δῆτα]] [[δοῦλος]] ὤν κόμην ἔχεις; σε Αριστοφ.
|lsmtext='''ἔπειτα:''' Ιων. -ειτεν, επίρρ. ([[ἐπί]], [[εἶτα]])·<br /><b class="num">I. 1.</b> δηλώνει [[ακολουθία]], [[ευθύς]], [[έπειτα]], [[αμέσως]] [[έπειτα]], Λατ. [[deinde]], όταν βρίσκεται σε ισχυρή [[αντίθεση]] με προηγηθείσα [[πράξη]] ή [[κατάσταση]] με ιστορικούς χρόνους, [[μετά]] ταύτα, [[κατόπιν]], με μέλ., [[εφεξής]], εν συνεχεία, σε Όμηρ. κ.λπ.· στη [[διήγηση]], πρῶτον [[μέν]]..., ακολουθ. από το [[ἔπειτα]] δέ..., Λατ. [[primum]]..., [[deinde]]..., σε Θουκ. κ.λπ.· πρὶν [[μέν]]..., <i>ἔπ. δέ..</i>., σε Σοφ.· με οριστ. [[άρθρο]], <i>τὸ ἔπ</i>., αυτό που ακολουθεί, το επόμενο, στον ίδ.· <i>οἱ ἔπ</i>. μελλοντικές γενιές, οι μεταγενέστεροι, σε Αισχύλ.· ὁ ἔπ. [[βίος]], σε Πλάτ.· <i>ἐν τῷ ἔπ</i>. (ενν. <i>χρόνῳ</i>), στον ίδ.<br /><b class="num">2.</b> όπως το [[εἶτα]], με [[ρήμα]] που ακολουθεί μτχ., μειδήσασα δ' ἐπ' ἑῷ [[ἐγκάτθετο]] κόλπῳ, χαμογέλασε και [[έπειτα]] το τοποθέτησε στο [[στήθος]] της, σε Ομήρ. Ιλ.· [[συχνά]], λέγεται για να δηλώσει [[έκπληξη]] ή παρόμοια συναισθήματα, κι [[έπειτα]], και παρ' όλα αυτά, τὸ μητρὸς [[αἷμα]] ἐκχέας ἔπ. δώματ' οἰκήσεις πατρός; [[αφού]] έχυσες το [[αίμα]] της μητέρας [[σου]], παρ' όλα αυτά θα κατοικήσεις στον οίκο του [[πατέρα]] [[σου]]; σε Αισχύλ.<br /><b class="num">3.</b> [[μετά]] από [[χρονικό]] σύνδ., [[μετά]], στη [[συνέχεια]], [[ἐπειδὴ]] σφαίρῃ πειρήσαντο, [[ὠρχείσθην]] δὴ ἔπ., [[αφού]] τελείωσαν το [[παιχνίδι]] της σφαίρας στη [[συνέχεια]] χόρεψαν, σε Ομήρ. Οδ.<br /><b class="num">4.</b> [[μετά]] από τα <i>εἰ</i> ή <i>ἤν</i>, [[τότε]] [[βεβαίως]], <i>εἰ δ' ἐτεὸν ἀγορεύεις</i>, ἐξ [[ἄρα]] δή [[τοι]] ἔπ. θεοὶ φρένας ὤλεσαν, εάν λες την [[αλήθεια]], [[τότε]] βεβαίωσε ότι οι θεοί σε έχουν τρελάνει, σε Ομήρ. Ιλ.· το ίδιο κι όταν η [[απόδοση]] είναι [[ερώτηση]]: <i>εἰ κελεύετε</i>, [[πῶς]] ἂν ἔπειτ' Ὀδυσῆος λαθοίμην; πώς [[μπορώ]] εγώ σε τέτοια [[περίπτωση]]; στο ίδ.<br /><b class="num">II. 1.</b> λέγεται για [[ακολουθία]] ή [[συμπέρασμα]], [[γιατί]] [[τότε]], γι' αυτό, για τούτο, οὐ σύ γ' [[ἔπειτα]] Τυδέος ἔκγονός ἐσσι, στο ίδ.<br /><b class="num">2.</b> χρησιμοποιείται στην [[έναρξη]] διήγησης, [[λοιπόν]], σε Ομήρ. Οδ.<br /><b class="num">3.</b> στην Αττ., στην [[εισαγωγή]] εμφατικών ερωτήσεων, και [[λοιπόν]]..., <i>ἔπ. τοῦ δέει;</i> σε Αριστοφ.· χρησιμοποιείται για [[δήλωση]] έκπληξης, αληθώς, μα την [[αλήθεια]], όχι δα; [[πράγματι]]; <i>ἔπειτ' οὐκ οἴει φροντίζειν</i> (τοὺς θεοὺς [[τῶν]] ἀνθρώπων)<i>;</i> σε Ξεν.· [[ἔπειτα]] [[δῆτα]] [[δοῦλος]] ὤν κόμην ἔχεις; σε Αριστοφ.
}}
{{elru
|elrutext='''ἔπειτα:''' adv.<br /><b class="num">1)</b> затем, потом, после этого, тогда: [[πρῶτον]] (или [[πρῶτον]] μὲν, [[πρῶτα]]) … ἔ. δέ Hom., Thuc. etc. сначала … затем: [[κἄπειτα]] (= καὶ ἔ.) Eur., Arph., Xen., Arst. а затем;<br /><b class="num">2)</b> впоследствии, в будущем: ἢ πέφατ᾽ ἢ καὶ ἔ. πεφήσεται Hom. (в бою не один) или (уже) пал, или еще падет: ὁ ἔ. [[χρόνος]] Eur., Xen., Plat. будущее; τὸ или τὰ ἔ. Soph., Eur., Plat. будущее, будущность; οἱ ἔ. (sc. ἐσόμενοι) Aesch., Thuc. потомки, потомство; τὸ τ᾽ ἔ. καὶ τὸ [[μέλλον]] Soph. будущее ближайшее и отдаленное;<br /><b class="num">3)</b> (для обозначения связи или следствия) итак, следовательно: [[πῶς]] ἂν ἔ. Ὀδυσῆος λαθοίμην; Hom. как же мне забыть Одиссея?; ἔ. οὐκ οἴει φροντίζειν τοὺς θεοὺς τῶν ἀνθρώπων; Xen. стало-быть, ты не думаешь, что боги заботятся о людях?;<br /><b class="num">4)</b> все же, тем не менее: εἰ πτωχὸς ὤν, ἔ. … Arph. если я (и) нищ, то все же …; ἔ. δῆτά μ᾽ ἐξενίζετε; Eur. и тем не менее вы оказали мне гостеприимство?
}}
}}