Anonymous

ἐρόεις: Difference between revisions

From LSJ
4
(14)
(4)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἐρόεις]], -εσσα, -εν, (<b>ποιητ. τ.</b>) (Α) [[έρος]]<br />[[αξιέραστος]], [[γεμάτος]] έρωτα, [[θελκτικός]], [[γοητευτικός]] («χαῑρε, φωνὴ ἐρόεσσα» Ύμν. εις Ερμ.).
|mltxt=[[ἐρόεις]], -εσσα, -εν, (<b>ποιητ. τ.</b>) (Α) [[έρος]]<br />[[αξιέραστος]], [[γεμάτος]] έρωτα, [[θελκτικός]], [[γοητευτικός]] («χαῑρε, φωνὴ ἐρόεσσα» Ύμν. εις Ερμ.).
}}
{{lsm
|lsmtext='''ἐρόεις:''' -εσσα, -εν ([[ἔρος]]), ποιητ., [[θελκτικός]], [[γοητευτικός]], [[εράσμιος]], [[αγαπητός]], σε Ησίοδ. κ.λπ.
}}
}}