3,277,121
edits
(6_4) |
(4) |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἑστάμεν''': -άμεναι ᾰ, Ἐπικ. ἀπαρ. συγκεκομμ. πρκμ. τοῦ [[ἵστημι]]· [[ἀλλά]], ΙΙ. ἕστᾰμεν, α΄ πληθ. ὁριστ. | |lstext='''ἑστάμεν''': -άμεναι ᾰ, Ἐπικ. ἀπαρ. συγκεκομμ. πρκμ. τοῦ [[ἵστημι]]· [[ἀλλά]], ΙΙ. ἕστᾰμεν, α΄ πληθ. ὁριστ. | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''ἑστάμεν:''' -άμεναι[ᾰ],·<br /><b class="num">I.</b> Επικ. αντί [[ἑστάναι]], συγκόπτ. απαρ. παρακ. του [[ἵστημι]]·<br /><b class="num">II.</b> [[αλλά]], ἕστᾰμεν, αʹ πληθ. οριστ. | |||
}} | }} |