Anonymous

ἐρηρέδαται: Difference between revisions

From LSJ
4
(14)
(4)
Line 24: Line 24:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἐρηρέδαται]] (Α)<br />ιων. τ. γ’ πληθ. πρόσ. παθ. παρακμ. του ρ. [[ερείδω]].
|mltxt=[[ἐρηρέδαται]] (Α)<br />ιων. τ. γ’ πληθ. πρόσ. παθ. παρακμ. του ρ. [[ερείδω]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''ἐρηρέδᾰται:''' -ατο, Επικ. γʹ πληθ. Παθ. παρακ. και υπερσ. του [[ἐρείδω]].
}}
}}