Anonymous

ἐρηρέδαται: Difference between revisions

From LSJ
2
(4)
(2)
Line 27: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἐρηρέδᾰται:''' -ατο, Επικ. γʹ πληθ. Παθ. παρακ. και υπερσ. του [[ἐρείδω]].
|lsmtext='''ἐρηρέδᾰται:''' -ατο, Επικ. γʹ πληθ. Παθ. παρακ. και υπερσ. του [[ἐρείδω]].
}}
{{elru
|elrutext='''ἐρηρέδᾰται:''' эп. 3 л. pl. pf. pass. к [[ἐρείδω]].
}}
}}