Anonymous

ἐφόριος: Difference between revisions

From LSJ
4
(15)
(4)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἐφόριος]], -ία, -ον (Α)<br /><b>1.</b> αυτός που γειτονεύει, που συνορεύει<br /><b>2.</b> αυτός που γίνεται στα όρια, στα [[σύνορα]] («[[αγορά]] [[εφόριος]]» — [[αγορά]] που γίνεται στα [[σύνορα]], όπου οι λαοί τών γειτονικών επικρατειών συγκεντρώνονταν για αγοραπωλησίες ή για [[άλλο]] σκοπό, Επιγρ.)<br /><b>3.</b> [[παραμεθόριος]]<br /><b>4.</b> (<b>το ουδ. πληθ. ως ουσ.</b>) <i>τά ἐφόρια</i><br />τα [[σύνορα]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>επί</i> <span style="color: red;">+</span> [[ὅριον]] (<span style="color: red;"><</span> [[ὅρος]] «[[σύνορο]]»)].
|mltxt=[[ἐφόριος]], -ία, -ον (Α)<br /><b>1.</b> αυτός που γειτονεύει, που συνορεύει<br /><b>2.</b> αυτός που γίνεται στα όρια, στα [[σύνορα]] («[[αγορά]] [[εφόριος]]» — [[αγορά]] που γίνεται στα [[σύνορα]], όπου οι λαοί τών γειτονικών επικρατειών συγκεντρώνονταν για αγοραπωλησίες ή για [[άλλο]] σκοπό, Επιγρ.)<br /><b>3.</b> [[παραμεθόριος]]<br /><b>4.</b> (<b>το ουδ. πληθ. ως ουσ.</b>) <i>τά ἐφόρια</i><br />τα [[σύνορα]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>επί</i> <span style="color: red;">+</span> [[ὅριον]] (<span style="color: red;"><</span> [[ὅρος]] «[[σύνορο]]»)].
}}
{{lsm
|lsmtext='''ἐφόριος:''' -α, -ον ([[ὅρος]]), αυτός που βρίσκεται στα [[σύνορα]] ή στα όρια, [[συνοριακός]], [[γειτονικός]], [[παρά]] Δημ.
}}
}}