Anonymous

ζάγκλον: Difference between revisions

From LSJ
4
(16)
(4)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ζάγκλον]], τὸ (Α)<br />[[δρεπάνι]] για [[θέρισμα]] («τὸ δὲ [[δρέπανον]] οἱ Σικελοὶ [[ζάγκλον]] καλοῡσι», <b>Θουκ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Παράλληλος τ. του [[ζάγκλη]]].
|mltxt=[[ζάγκλον]], τὸ (Α)<br />[[δρεπάνι]] για [[θέρισμα]] («τὸ δὲ [[δρέπανον]] οἱ Σικελοὶ [[ζάγκλον]] καλοῡσι», <b>Θουκ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Παράλληλος τ. του [[ζάγκλη]]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''ζάγκλον:''' τό, [[δρεπάνι]] που χρησιμοποιείται κατά τον θερισμό, Λατ. [[falx]]· σικελική [[λέξη]] αντί [[δρέπανον]], σε Θουκ. Απ' όπου [[Ζάγκλη]], αρχαίο όνομα της Μεσσήνης.
}}
}}