Anonymous

ζάγκλον: Difference between revisions

From LSJ
nl
(4)
(nl)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ζάγκλον:''' τό, [[δρεπάνι]] που χρησιμοποιείται κατά τον θερισμό, Λατ. [[falx]]· σικελική [[λέξη]] αντί [[δρέπανον]], σε Θουκ. Απ' όπου [[Ζάγκλη]], αρχαίο όνομα της Μεσσήνης.
|lsmtext='''ζάγκλον:''' τό, [[δρεπάνι]] που χρησιμοποιείται κατά τον θερισμό, Λατ. [[falx]]· σικελική [[λέξη]] αντί [[δρέπανον]], σε Θουκ. Απ' όπου [[Ζάγκλη]], αρχαίο όνομα της Μεσσήνης.
}}
{{elnl
|elnltext=ζάγκλον -ου, τό, Syr. voor δρέπανον, sikkel. Thuc. 6.4.5.
}}
}}