Anonymous

ζωστήρ: Difference between revisions

From LSJ
4
(SL_1)
(4)
Line 24: Line 24:
{{Slater
{{Slater
|sltr=[[ζωστήρ]] <br />&nbsp;&nbsp;&nbsp;<b>1</b> [[girdle]] pl. pro s. καὶ [[μετὰ]] ζωστῆρας Ἀμαζόνος ἦλθεν (sc. [[Πηλεύς]]) fr. 172. 5.
|sltr=[[ζωστήρ]] <br />&nbsp;&nbsp;&nbsp;<b>1</b> [[girdle]] pl. pro s. καὶ [[μετὰ]] ζωστῆρας Ἀμαζόνος ἦλθεν (sc. [[Πηλεύς]]) fr. 172. 5.
}}
{{lsm
|lsmtext='''ζωστήρ:''' -ῆρος, ὁ ([[ζώννυμι]]),<br /><b class="num">1.</b> [[ζωνάρι]]· στην Ιλ. [[πάντοτε]] λέγεται για [[ζώνη]] πολεμιστή, η οποία περνούσε γύρω από τα [[πλευρά]] και ασφάλιζε το [[κάτω]] [[μέρος]] του <i>[[θώρακος]]</i>· στην Οδ., [[ζώνη]] με την οποία οι χοιροβοσκοί περιέβαλαν, έσφιγγαν τον χιτώνα στη [[μέση]] τους.<br /><b class="num">2.</b> [[έπειτα]] = [[ζώνη]], [[ζώνη]] που φορούσαν οι γυναίκες.<br /><b class="num">3.</b> μεταφ., λέγεται για τη [[θάλασσα]] που περιβάλλει τη [[στεριά]], σε Ανθ.
}}
}}