Anonymous

θαρσούντως: Difference between revisions

From LSJ
4
(16)
(4)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[θαρσούντως]] (Α)<br /><b>επίρρ.</b> <b>βλ.</b> [[θαρρούντως]].
|mltxt=[[θαρσούντως]] (Α)<br /><b>επίρρ.</b> <b>βλ.</b> [[θαρρούντως]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''θαρσούντως:''' Αττ. θαρρ-, επιρρ. μτχ. ενεστ. του [[θαρσέω]], με [[γενναιότητα]], θαρραλέα, σε Ξεν.
}}
}}