Anonymous

θριγκίον: Difference between revisions

From LSJ
5
(17)
(5)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[θριγκίον]], τὸ (Α)<br />ο [[θριγκός]].
|mltxt=[[θριγκίον]], τὸ (Α)<br />ο [[θριγκός]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''θριγκίον:''' τό, υποκορ. του επομ., σε Λουκ.
}}
}}