Anonymous

θημών: Difference between revisions

From LSJ
109 bytes added ,  30 December 2018
4
(17)
(4)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[θημών]], ὁ (Α)<br />[[σωρός]] («ὡς δ' [[ἄνεμος]] ζαὴς [[ἠΐων]] θημῶνα τινάξῃ καρφαλέων», <b>Ομ. Οδ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[τίθημι]]. Η αρχική [[σημασία]] «[[σωρός]]» εξειδικεύθηκε πολύ [[νωρίς]] σε «[[σωρός]] από θερισμένα στάχια»].
|mltxt=[[θημών]], ὁ (Α)<br />[[σωρός]] («ὡς δ' [[ἄνεμος]] ζαὴς [[ἠΐων]] θημῶνα τινάξῃ καρφαλέων», <b>Ομ. Οδ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[τίθημι]]. Η αρχική [[σημασία]] «[[σωρός]]» εξειδικεύθηκε πολύ [[νωρίς]] σε «[[σωρός]] από θερισμένα στάχια»].
}}
{{lsm
|lsmtext='''θημών:''' -ῶνος, ὁ ([[τίθημι]]), [[σωρός]], σε Ομήρ. Οδ.
}}
}}