Anonymous

καταβάδην: Difference between revisions

From LSJ
5
(19)
(5)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[καταβάδην]] (Α)<br /><b>επίρρ.</b> κατεβαίνοντας, σαν να κατεβαίνεις, με τα πόδια [[προς]] τα [[κάτω]], σε [[θέση]] ανθρώπου που κάθεται («[[ἀναβάδην]] ποιεῑς ἐξὸν [[καταβάδην]];» — γράφεις τους στίχους σου αναποδογυρισμένος, με τα πόδια [[προς]] τα [[πάνω]], ενώ [[είναι]] δυνατόν να τους γράφεις [[καθιστός]], με τα πόδια [[προς]] τα [[κάτω]]; <b>Αριστοφ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>κατ</i>(<i>α</i>)- <span style="color: red;">+</span> [[βάδην]]].
|mltxt=[[καταβάδην]] (Α)<br /><b>επίρρ.</b> κατεβαίνοντας, σαν να κατεβαίνεις, με τα πόδια [[προς]] τα [[κάτω]], σε [[θέση]] ανθρώπου που κάθεται («[[ἀναβάδην]] ποιεῑς ἐξὸν [[καταβάδην]];» — γράφεις τους στίχους σου αναποδογυρισμένος, με τα πόδια [[προς]] τα [[πάνω]], ενώ [[είναι]] δυνατόν να τους γράφεις [[καθιστός]], με τα πόδια [[προς]] τα [[κάτω]]; <b>Αριστοφ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>κατ</i>(<i>α</i>)- <span style="color: red;">+</span> [[βάδην]]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''καταβάδην:''' [βᾰ], επίρρ., κατηφορικά ή προς τα [[κάτω]]· πρβλ. [[ἀναβάδην]].
}}
}}