Anonymous

κλονέω: Difference between revisions

From LSJ
5
(SL_2)
(5)
Line 24: Line 24:
{{Slater
{{Slater
|sltr=[[κλονέω]] <br />&nbsp;&nbsp;&nbsp;<b>1</b> [[drive]] in [[confusion]] “χὠπόσαι ἐν θαλάσσᾳ καὶ ποταμοῖς ψάμαθοι κύμασιν ῥιπαῖς τ' ἀνέμων κλονέονται” (P. 9.48) [[ἐπεὶ]] περικτίονας ἐνίκασε [[δή ποτε]] καὶ [[κεῖνος]] ἄνδρας ἀφύκτᾳ χερὶ κλονέων (I. 8.65)
|sltr=[[κλονέω]] <br />&nbsp;&nbsp;&nbsp;<b>1</b> [[drive]] in [[confusion]] “χὠπόσαι ἐν θαλάσσᾳ καὶ ποταμοῖς ψάμαθοι κύμασιν ῥιπαῖς τ' ἀνέμων κλονέονται” (P. 9.48) [[ἐπεὶ]] περικτίονας ἐνίκασε [[δή ποτε]] καὶ [[κεῖνος]] ἄνδρας ἀφύκτᾳ χερὶ κλονέων (I. 8.65)
}}
{{lsm
|lsmtext='''κλονέω:''' μέλ. <i>-ήσω</i> ([[κλόνος]]),<br /><b class="num">I. 1.</b> [[οδηγώ]] σε [[σύγχυση]], [[εμβάλλω]] [[ταραχή]] σε κάποιον, σε Ομήρ. Ιλ., Ησίοδ.<br /><b class="num">2.</b> γενικά, συνταράζω, [[ενοχλώ]], [[κλονίζω]], σε Σοφ., Αριστοφ.<br /><b class="num">II. 1.</b> Παθ., κλονίζομαι, ταράζομαι, φέρομαι ορμητικά, σε Ομήρ. Ιλ., Πίνδ.<br /><b class="num">2.</b> πλήττομαι από τα κύματα, σε Σοφ.
}}
}}