Anonymous

κίων: Difference between revisions

From LSJ
949 bytes added ,  30 December 2018
5
(20)
(5)
Line 27: Line 27:
{{grml
{{grml
|mltxt=ο (AM [[κίων]])<br /><b>βλ.</b> [[κίονας]].
|mltxt=ο (AM [[κίων]])<br /><b>βλ.</b> [[κίονας]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''κίων:''' [ῑ], -ονος, ὁ ή ἡ,<br /><b class="num">I. 1.</b> [[κολόνα]], [[στύλος]], Λατ. [[columna]], σε Ομήρ. Οδ.· [[στύλος]] μαστιγώματος, σε Σοφ., Αισχίν.· παροιμ., <i>ἔσθιε τοὺς Μεγακλέους [[κίονας]]</i>, <i>«</i>έφαγε τους κίονες της αυλής του», εφόσον υπήρξε [[σπάταλος]], δεν είχε [[τίποτα]] [[άλλο]] να δώσει, σε Αριστοφ.<br /><b class="num">2.</b> στον πληθ., οι κίονες που φρουρούσε ο Άτλας, και κρατούσαν [[χωριστά]] τη γη από τον ουρανό, σε Ομήρ. Οδ.· ενώ στον Ηρόδ. το [[βουνό]] Άτλας είναι ὁ [[κίων]] τοῦ οὐρανοῦ.<br /><b class="num">II.</b> επιτύμβια [[στήλη]], [[κίονας]], σε Ανθ.
}}
}}