Anonymous

μεταναγιγνώσκομαι: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "mdlsjtxt=<br />" to "mdlsjtxt="
(5)
m (Text replacement - "mdlsjtxt=<br />" to "mdlsjtxt=")
 
(12 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=metanagignoskomai
|Transliteration C=metanagignoskomai
|Beta Code=metanagignw/skomai
|Beta Code=metanagignw/skomai
|Definition=Pass., <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> <b class="b2">repent of</b>, c. gen., <b class="b3">Αἴας μετανεγνώσθη θυμοῦ</b> (Herm. for <b class="b3">θυμὸν</b>) . . μεγάλων τε νεικέων <span class="bibl">S.<span class="title">Aj.</span>717</span> (lyr.).</span>
|Definition=Pass., [[repent of]], c. gen., <b class="b3">Αἴας μετανεγνώσθη θυμοῦ</b> (Herm. for [[θυμὸν]])μεγάλων τε νεικέων [[Sophocles|S.]]''[[Ajax|Aj.]]''717 (lyr.).
}}
{{elru
|elrutext='''μεταναγιγνώσκομαι:''' [[настраиваться на другой лад]], [[передумывать]]: [[Αἴας]] μετανεγνώσθη θυμοῦ τ᾽ Ἀτρείδαις Soph. Эант отвратил свой гнев от Атридов.
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''μεταναγιγνώσκομαι''': Παθ., μετανοῶ ἐπί τινι, [[μετὰ]] γεν., [[Αἴας]] μετανεγνώσθη θυμοῦ ([[οὕτως]] ὁ Ἕρμ. ἀντὶ τοῦ θυμόν)... μεγάλων τε νεικέων Σοφ. Αἴ. 717· ἀλλὰ τὸ ἐγνώσθην [[εἴτε]] ἁπλοῦν [[εἴτε]] σύνθετον, [[οὐδαμοῦ]] ἀπαντᾷ [[μετὰ]] ἐνεργητικῆς σημασίας, [[ὥστε]] πιθανῶς [[εἶναι]] παθητικόν, καὶ πρέπει νὰ ἑρμηνευθῇ «μετεπείσθη» ἢ κατὰ τὸν Ἡσύχ. «μετανεπείσθη», ἴδε σημ. Jebb ἐν τόπῳ.
|lstext='''μεταναγιγνώσκομαι''': Παθ., μετανοῶ ἐπί τινι, μετὰ γεν., [[Αἴας]] μετανεγνώσθη θυμοῦ ([[οὕτως]] ὁ Ἕρμ. ἀντὶ τοῦ θυμόν)... μεγάλων τε νεικέων Σοφ. Αἴ. 717· ἀλλὰ τὸ ἐγνώσθην [[εἴτε]] ἁπλοῦν [[εἴτε]] σύνθετον, [[οὐδαμοῦ]] ἀπαντᾷ μετὰ ἐνεργητικῆς σημασίας, [[ὥστε]] πιθανῶς [[εἶναι]] παθητικόν, καὶ πρέπει νὰ ἑρμηνευθῇ «μετεπείσθη» ἢ κατὰ τὸν Ἡσύχ. «μετανεπείσθη», ἴδε σημ. Jebb ἐν τόπῳ.
}}
}}
{{grml
{{grml
Line 18: Line 21:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''μεταναγιγνώσκομαι:''' Παθ., [[μετανιώνω]] για [[κάτι]], με γεν., σε Σοφ.
|lsmtext='''μεταναγιγνώσκομαι:''' Παθ., [[μετανιώνω]] για [[κάτι]], με γεν., σε Σοφ.
}}
{{mdlsj
|mdlsjtxt=Pass. to [[repent]] of a [[thing]], c. gen., Soph.
}}
}}