Anonymous

νιφετώδης: Difference between revisions

From LSJ
5
(27)
(5)
Line 18: Line 18:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[νιφετώδης]], -ῶδες (Α) [[νιφετός]]<br />αυτός που μοιάζει με νιφετό ή ο [[γεμάτος]] [[χιόνι]], [[χιονώδης]] («ἔπομβροι δ' εἰσὶ οἱ ἀέρες μᾱλλον ἢ νιφετώδεις», <b>Στράβ.</b>).
|mltxt=[[νιφετώδης]], -ῶδες (Α) [[νιφετός]]<br />αυτός που μοιάζει με νιφετό ή ο [[γεμάτος]] [[χιόνι]], [[χιονώδης]] («ἔπομβροι δ' εἰσὶ οἱ ἀέρες μᾱλλον ἢ νιφετώδεις», <b>Στράβ.</b>).
}}
{{lsm
|lsmtext='''νῐφετώδης:''' -ες ([[εἶδος]]), όμοιος με [[χιόνι]] ή [[χιονοθύελλα]], [[χιονώδης]], σε Πολύβ.
}}
}}