Anonymous

νύσσα: Difference between revisions

From LSJ
905 bytes added ,  31 December 2018
5
(27)
(5)
Line 27: Line 27:
{{grml
{{grml
|mltxt=<b>(I)</b><br />[[νύσσα]], ἡ (ΑΜ)<br /><b>1.</b> (στον ιππόδρομο) α) η [[στήλη]] [[γύρω]] από την οποία έκαναν κύκλο τα άρματα [[καθώς]] κατέρχονταν από το δεξιό [[μέρος]] και έστριβαν για το αριστερό<br />β) η [[στήλη]] από την οποία ξεκινούσαν και στην οποία τερμάτιζαν οι διαγωνιζόμενοι στην [[αρματοδρομία]]<br /><b>2.</b> <b>μτφ.</b> ο [[σκοπός]] («πρὸς οὐράνιον νύσσαν σαφῶς ἐπειγόμενοι», Μηναί·)<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> ο [[μεσότοιχος]]<br /><b>2.</b> (για [[νεύρο]]) [[σημείο]] στροφής<br /><b>3.</b> η [[πορεία]] του χρόνου.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Αβέβαιης ετυμολ. Η πιθανότερη [[άποψη]] [[είναι]] [[εκείνη]] που παράγει τη λ. από το θ. του [[νύσσω]] με [[επίθημα]] -<i>yα</i> (<span style="color: red;"><</span> <i>νύκ</i>-<i>jα</i>)].———————— <b>(II)</b><br />η<br /><b>βοτ.</b> [[γένος]] θάμνων και δένδρων, δικότυλων [[φυτών]] που ανήκουν στην [[τάξη]] [[κορνώδη]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Πιθ. αντιδάνεια λ., <b>πρβλ.</b> αγγλ. <i>nyssa</i> <span style="color: red;"><</span> [[νύσσα]] (Ι)].
|mltxt=<b>(I)</b><br />[[νύσσα]], ἡ (ΑΜ)<br /><b>1.</b> (στον ιππόδρομο) α) η [[στήλη]] [[γύρω]] από την οποία έκαναν κύκλο τα άρματα [[καθώς]] κατέρχονταν από το δεξιό [[μέρος]] και έστριβαν για το αριστερό<br />β) η [[στήλη]] από την οποία ξεκινούσαν και στην οποία τερμάτιζαν οι διαγωνιζόμενοι στην [[αρματοδρομία]]<br /><b>2.</b> <b>μτφ.</b> ο [[σκοπός]] («πρὸς οὐράνιον νύσσαν σαφῶς ἐπειγόμενοι», Μηναί·)<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> ο [[μεσότοιχος]]<br /><b>2.</b> (για [[νεύρο]]) [[σημείο]] στροφής<br /><b>3.</b> η [[πορεία]] του χρόνου.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Αβέβαιης ετυμολ. Η πιθανότερη [[άποψη]] [[είναι]] [[εκείνη]] που παράγει τη λ. από το θ. του [[νύσσω]] με [[επίθημα]] -<i>yα</i> (<span style="color: red;"><</span> <i>νύκ</i>-<i>jα</i>)].———————— <b>(II)</b><br />η<br /><b>βοτ.</b> [[γένος]] θάμνων και δένδρων, δικότυλων [[φυτών]] που ανήκουν στην [[τάξη]] [[κορνώδη]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Πιθ. αντιδάνεια λ., <b>πρβλ.</b> αγγλ. <i>nyssa</i> <span style="color: red;"><</span> [[νύσσα]] (Ι)].
}}
{{lsm
|lsmtext='''νύσσα:''' -ης, ἡ ([[νύσσω]]), όπως το Λατ. [[meta]], όνομα [[δύο]] στηλών στον ιππόδρομο ([[ἱππόδρομος]])·<br /><b class="num">1.</b> [[στήλη]] γύρω από την οποία έστριβαν τα άρματα, τοποθετημένη σε [[σημείο]] τέτοιο ώστε τα άρματα που πήγαιναν από τη [[δεξιά]] [[πλευρά]] της διαδρομής έστριβαν γύρω απ' αυτή και επέστρεφαν από την αριστερή [[πλευρά]] (πρβλ. [[καμπτήρ]]), σε Ομήρ. Ιλ.<br /><b class="num">2.</b> [[στήλη]] εκκίνησης, απ' όπου δηλ. ξεκινούσαν οι ιπποδρομίες· και ήταν επίσης το [[σημείο]] του νικηφόρου τερματισμού, σε Όμηρ.
}}
}}