Anonymous

νόσημα: Difference between revisions

From LSJ
5
(27)
(5)
Line 27: Line 27:
{{grml
{{grml
|mltxt=<b>(I)</b><br />το (ΑΜ [[νόσημα]], Α ιων. τ. [[νούσημα]], Μ και νόσημαν) [[νοσώ]]<br />[[πάθηση]] οργανική ή ψυχική, [[απώλεια]] της υγείας και της ισορροπίας του οργανισμού, [[νόσος]], [[αρρώστια]] («τῶν περὶ τὸ [[σῶμα]] νοσημάτων πολλαὶ θεραπεῑαι», Ισοκρ.)<br /><b>αρχ.</b><br /><b>μτφ.</b> α) [[ηθική]] [[αρρώστια]] («ἔνεστι γάρ πως τοῡτο τῇ τυραννίδι [[νόσημα]] τοῑς φίλοισι μὴ πεποιθέναι», <b>Αισχύλ.</b>)<br />β) [[βαριά]] [[θλίψη]]<br />γ) [[πολιτική]] [[αναστάτωση]], [[πολιτική]] [[αναταραχή]] («[[τυραννίδα]]... ἔσχατο πόλεως [[νόσημα]]», <b>Πλάτ.</b>).———————— <b>(II)</b><br />το<br /><b>ζωολ.</b> <b>βλ.</b> [[νόζεμα]].
|mltxt=<b>(I)</b><br />το (ΑΜ [[νόσημα]], Α ιων. τ. [[νούσημα]], Μ και νόσημαν) [[νοσώ]]<br />[[πάθηση]] οργανική ή ψυχική, [[απώλεια]] της υγείας και της ισορροπίας του οργανισμού, [[νόσος]], [[αρρώστια]] («τῶν περὶ τὸ [[σῶμα]] νοσημάτων πολλαὶ θεραπεῑαι», Ισοκρ.)<br /><b>αρχ.</b><br /><b>μτφ.</b> α) [[ηθική]] [[αρρώστια]] («ἔνεστι γάρ πως τοῡτο τῇ τυραννίδι [[νόσημα]] τοῑς φίλοισι μὴ πεποιθέναι», <b>Αισχύλ.</b>)<br />β) [[βαριά]] [[θλίψη]]<br />γ) [[πολιτική]] [[αναστάτωση]], [[πολιτική]] [[αναταραχή]] («[[τυραννίδα]]... ἔσχατο πόλεως [[νόσημα]]», <b>Πλάτ.</b>).———————— <b>(II)</b><br />το<br /><b>ζωολ.</b> <b>βλ.</b> [[νόζεμα]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''νόσημα:''' -ατος, τό ([[νοσέω]])·<br /><b class="num">1.</b> [[αρρώστια]], [[ασθένεια]], [[λοιμός]], σε Σοφ. κ.λπ.<br /><b class="num">2.</b> μεταφ., ψυχική [[αρρώστια]], [[κατάθλιψη]], [[μελαγχολία]], σε Αισχύλ., Πλάτ.<br /><b class="num">3.</b> λέγεται για την [[αναρχία]] που επικρατεί σε μια [[πολιτεία]], σε Πλάτ. κ.λπ.
}}
}}