Anonymous

ὀρεστιάς: Difference between revisions

From LSJ
5
(29)
(5)
Line 27: Line 27:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ὀρεστίας]], ὁ (Α)<br />[[άνεμος]] που πνέει στα όρη.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ὀρέστης]] «αυτός που διαμένει στα όρη» <span style="color: red;">+</span> [[επίθημα]] -<i>ίας</i>, που απαντά και σε άλλα ον. ανέμων (<b>πρβλ.</b> <i>απαρκτ</i>-<i>ίας</i>, <i>ολυμπ</i>-<i>ίας</i>)].
|mltxt=[[ὀρεστίας]], ὁ (Α)<br />[[άνεμος]] που πνέει στα όρη.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ὀρέστης]] «αυτός που διαμένει στα όρη» <span style="color: red;">+</span> [[επίθημα]] -<i>ίας</i>, που απαντά και σε άλλα ον. ανέμων (<b>πρβλ.</b> <i>απαρκτ</i>-<i>ίας</i>, <i>ολυμπ</i>-<i>ίας</i>)].
}}
{{lsm
|lsmtext='''ὀρεστιάς:''' -[[άδος]], ἡ ([[ὄρος]]), αυτή που ανήκει στα βουνά, <i>Νύμφαι ὀρεστιάδες = Ὀρεάδες</i>, σε Ομήρ. Ιλ.
}}
}}