Anonymous

παρόν: Difference between revisions

From LSJ
127 bytes added ,  31 December 2018
5
(31)
(5)
Line 4: Line 4:
{{grml
{{grml
|mltxt=το<br />(ουδ. μτχ. ενεστ. του [[πάρειμι]] ως ουσ.)<br /><b>1.</b> η χρονική [[στιγμή]] που τέμνει τον χρόνο και τον διακρίνει σε [[παρελθόν]] και [[μέλλον]], ο [[χρόνος]] [[κατά]] τον οποίο μιλάμε ή κάνουμε [[κάτι]], ο [[τωρινός]] [[χρόνος]]<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> α) «[[προς]] το [[παρόν]]» και «[[κατά]] το [[παρόν]]» — για [[τώρα]], προσωρινά<br />β) «επί του παρόντος» — όσο για [[τώρα]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Ουσιαστικοποιημένος τ. του ουδ. της μτχ. του [[πάρειμι]], [[παρών]], -<i>οῦσα</i>, -<i>όν</i> (<b>πρβλ.</b> [[μέλλον]])].
|mltxt=το<br />(ουδ. μτχ. ενεστ. του [[πάρειμι]] ως ουσ.)<br /><b>1.</b> η χρονική [[στιγμή]] που τέμνει τον χρόνο και τον διακρίνει σε [[παρελθόν]] και [[μέλλον]], ο [[χρόνος]] [[κατά]] τον οποίο μιλάμε ή κάνουμε [[κάτι]], ο [[τωρινός]] [[χρόνος]]<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> α) «[[προς]] το [[παρόν]]» και «[[κατά]] το [[παρόν]]» — για [[τώρα]], προσωρινά<br />β) «επί του παρόντος» — όσο για [[τώρα]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Ουσιαστικοποιημένος τ. του ουδ. της μτχ. του [[πάρειμι]], [[παρών]], -<i>οῦσα</i>, -<i>όν</i> (<b>πρβλ.</b> [[μέλλον]])].
}}
{{lsm
|lsmtext='''πᾰρόν:''' μτχ. ουδ. του [[πάρειμι]] ([[εἰμί]], Λατ. [[sum]]), βλ. αυτ.
}}
}}