3,277,719
edits
(33) |
(6) |
||
Line 21: | Line 21: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=-ον, Α<br /><b>1.</b> αυτός που έχει έλθει από τα πέρατα, που έχει συγκεντρωθεί από διάφορα [[σημεία]] («εἰς ἀγορὰν καλέσας πολυπείρονα λαόν», Υμν. Δήμ.)<br /><b>2.</b> αυτός που έχει απλωμένα, ανοιχτά πέρατα, ανοιχτά [[σύνορα]] («πολυπείρονας ὅρμους», <b>Ορφ.</b> Αργ.).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>πολυ</i>- <span style="color: red;">+</span> -<i>πείρων</i> (<span style="color: red;"><</span> [[πέρας]] / [[πεῖρας]], -<i>ατος</i> «όριο, [[σύνορο]]»), <b>πρβλ.</b> <i>α</i>-<i>πείρων</i>]. | |mltxt=-ον, Α<br /><b>1.</b> αυτός που έχει έλθει από τα πέρατα, που έχει συγκεντρωθεί από διάφορα [[σημεία]] («εἰς ἀγορὰν καλέσας πολυπείρονα λαόν», Υμν. Δήμ.)<br /><b>2.</b> αυτός που έχει απλωμένα, ανοιχτά πέρατα, ανοιχτά [[σύνορα]] («πολυπείρονας ὅρμους», <b>Ορφ.</b> Αργ.).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>πολυ</i>- <span style="color: red;">+</span> -<i>πείρων</i> (<span style="color: red;"><</span> [[πέρας]] / [[πεῖρας]], -<i>ατος</i> «όριο, [[σύνορο]]»), <b>πρβλ.</b> <i>α</i>-<i>πείρων</i>]. | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''πολῠπείρων:''' -ον ([[πεῖρας]]), αυτός που έχει πολλές οριακές γραμμές, [[πολυμερής]], [[πολλαπλός]], σε Ομηρ. Ύμν. | |||
}} | }} |