Anonymous

πολυπείρων: Difference between revisions

From LSJ
4
(6)
(4)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''πολῠπείρων:''' -ον ([[πεῖρας]]), αυτός που έχει πολλές οριακές γραμμές, [[πολυμερής]], [[πολλαπλός]], σε Ομηρ. Ύμν.
|lsmtext='''πολῠπείρων:''' -ον ([[πεῖρας]]), αυτός που έχει πολλές οριακές γραμμές, [[πολυμερής]], [[πολλαπλός]], σε Ομηρ. Ύμν.
}}
{{elru
|elrutext='''πολυπείρων:''' 2, gen. ονος имеющий много границ, т. е. занимающий много областей, весьма многочисленный ([[λαός]] HH).
}}
}}