Anonymous

ποιητής: Difference between revisions

From LSJ
6
(33)
(6)
Line 27: Line 27:
{{grml
{{grml
|mltxt=ο, θηλ. [[ποιήτρια]], ΝΜΑ, και θηλ. [[ποιητρίς]], -[[ίδος]], Α [[ποιώ]]<br /><b>1.</b> ο [[δημιουργός]] ποιημάτων, αυτός που εκφράζει τα βιώματά του σε έμμετρο λόγο, με φροντισμένη γλωσσική [[έκφραση]]<br /><b>2.</b> ο [[δημιουργός]] του κόσμου, ο [[θεός]], ο [[πλάστης]] (α. «Πιστεύω εις ένα Θεόν... ποιητήν ουρανού και γής» β. «τὸν ποιητὴν καὶ [[πατέρα]] τοῡδε τοῡ παντός», <b>Πλάτ.</b>)<br /><b>3.</b> (με το [[άρθρο]]) <i>ο [[ποιητής]]<br />ο κατ' εξοχήν [[ποιητής]], ο [[Όμηρος]]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> ο [[προικισμένος]] με ποιητική [[φαντασία]]<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> α) «[[εστεμμένος]] [[ποιητής]]» — [[ποιητής]] με τιμητικές διακρίσεις, [[στεφανωμένος]] με [[στεφάνι]] δάφνης<br />β) «[[εθνικός]] [[ποιητής]]» — ο κατ' εξοχήν [[ποιητής]] ενός έθνους, με ευρύτερη [[αποδοχή]], αυτός που έχει εκφράσει στην [[ποίηση]] του αγώνες ή σπουδαίες στιγμές και γνωρίσματα του έθνους του<br />γ) «καταραμένοι ποιητές» — ποιητές που συμπεριφέρονται ως απόκληροι της κοινωνίας και τους οποίους οι κρατούντες φοβούνται για τη διεισδυτική τους [[ματιά]] που αποκαλύπτει την πνευματική τους [[κενότητα]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[εργάτης]], [[τεχνίτης]]<br /><b>2.</b> [[μουσικός]], [[μελοποιός]]<br /><b>3.</b> [[συγγραφέας]].
|mltxt=ο, θηλ. [[ποιήτρια]], ΝΜΑ, και θηλ. [[ποιητρίς]], -[[ίδος]], Α [[ποιώ]]<br /><b>1.</b> ο [[δημιουργός]] ποιημάτων, αυτός που εκφράζει τα βιώματά του σε έμμετρο λόγο, με φροντισμένη γλωσσική [[έκφραση]]<br /><b>2.</b> ο [[δημιουργός]] του κόσμου, ο [[θεός]], ο [[πλάστης]] (α. «Πιστεύω εις ένα Θεόν... ποιητήν ουρανού και γής» β. «τὸν ποιητὴν καὶ [[πατέρα]] τοῡδε τοῡ παντός», <b>Πλάτ.</b>)<br /><b>3.</b> (με το [[άρθρο]]) <i>ο [[ποιητής]]<br />ο κατ' εξοχήν [[ποιητής]], ο [[Όμηρος]]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> ο [[προικισμένος]] με ποιητική [[φαντασία]]<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> α) «[[εστεμμένος]] [[ποιητής]]» — [[ποιητής]] με τιμητικές διακρίσεις, [[στεφανωμένος]] με [[στεφάνι]] δάφνης<br />β) «[[εθνικός]] [[ποιητής]]» — ο κατ' εξοχήν [[ποιητής]] ενός έθνους, με ευρύτερη [[αποδοχή]], αυτός που έχει εκφράσει στην [[ποίηση]] του αγώνες ή σπουδαίες στιγμές και γνωρίσματα του έθνους του<br />γ) «καταραμένοι ποιητές» — ποιητές που συμπεριφέρονται ως απόκληροι της κοινωνίας και τους οποίους οι κρατούντες φοβούνται για τη διεισδυτική τους [[ματιά]] που αποκαλύπτει την πνευματική τους [[κενότητα]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[εργάτης]], [[τεχνίτης]]<br /><b>2.</b> [[μουσικός]], [[μελοποιός]]<br /><b>3.</b> [[συγγραφέας]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''ποιητής:''' γεν. <i>-οῦ</i>, Ιων. <i>-έω</i>, ὁ,<br /><b class="num">I.</b> αυτός που κατασκευάζει, ο [[κατασκευαστής]], σε Ξεν. κ.λπ.<br /><b class="num">II. 1.</b> [[δημιουργός]] ποιήματος, [[ποιητής]], σε Ηρόδ. κ.λπ.<br /><b class="num">2.</b> γενικά, [[συγγραφέας]], σε Πλάτ.
}}
}}