Anonymous

προαποπέμπω: Difference between revisions

From LSJ
6
(34)
(6)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=Α [[ἀποπέμπω]]<br />[[αποστέλλω]] κάποιον ή [[κάτι]] [[προηγουμένως]] («τὰς τε γυναῑκας ἐν ταῑς ἀρμαμάξαις προαπεπέμψατο τῆς νυκτός», <b>Ξεν.</b>).
|mltxt=Α [[ἀποπέμπω]]<br />[[αποστέλλω]] κάποιον ή [[κάτι]] [[προηγουμένως]] («τὰς τε γυναῑκας ἐν ταῑς ἀρμαμάξαις προαπεπέμψατο τῆς νυκτός», <b>Ξεν.</b>).
}}
{{lsm
|lsmtext='''προαποπέμπω:''' μέλ. <i>-ψω</i>, [[διώχνω]] [[μακριά]] από [[πριν]], σε Θουκ. — Μέσ., σε Ξεν.
}}
}}