Anonymous

πολυκαρπία: Difference between revisions

From LSJ
6
(33)
(6)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=η, ΝΑ [[πολύκαρπος]]<br /><b>1.</b> [[αφθονία]] καρπών<br /><b>2.</b> [[ευφορία]], [[γονιμότητα]] («[[ὅταν]]... οἱ... ἄνθρωποι τοῖς θεοῖς εὔχωνται πολυκαρπίαν», <b>Ξεν.</b>)<br /><b>νεοελλ.</b><br />[[φαινόμενο]] [[κατά]] το οποίο ένα [[φυτό]] ανθίζει και καρποφορεί πολλές φορές [[κατά]] τη [[διάρκεια]] της ζωής του.
|mltxt=η, ΝΑ [[πολύκαρπος]]<br /><b>1.</b> [[αφθονία]] καρπών<br /><b>2.</b> [[ευφορία]], [[γονιμότητα]] («[[ὅταν]]... οἱ... ἄνθρωποι τοῖς θεοῖς εὔχωνται πολυκαρπίαν», <b>Ξεν.</b>)<br /><b>νεοελλ.</b><br />[[φαινόμενο]] [[κατά]] το οποίο ένα [[φυτό]] ανθίζει και καρποφορεί πολλές φορές [[κατά]] τη [[διάρκεια]] της ζωής του.
}}
{{lsm
|lsmtext='''πολῠκαρπία:''' [[αφθονία]] σε φρούτα, σε Ξεν.
}}
}}