Anonymous

στυγνάζω: Difference between revisions

From LSJ
6
(39)
(6)
Line 30: Line 30:
{{grml
{{grml
|mltxt=ΜΑ [[στυγνός]]<br />[[είμαι]] ή [[φαίνομαι]] [[λυπημένος]], [[κατηφής]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>μτφ.</b> (για τον ουρανό) [[είμαι]] [[συννεφιασμένος]] και [[προμηνύω]] [[θύελλα]] («πυρράζει γὰρ στυγνάζων ὁ [[οὐρανός]]», ΚΔ).
|mltxt=ΜΑ [[στυγνός]]<br />[[είμαι]] ή [[φαίνομαι]] [[λυπημένος]], [[κατηφής]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>μτφ.</b> (για τον ουρανό) [[είμαι]] [[συννεφιασμένος]] και [[προμηνύω]] [[θύελλα]] («πυρράζει γὰρ στυγνάζων ὁ [[οὐρανός]]», ΚΔ).
}}
{{lsm
|lsmtext='''στυγνάζω:''' μέλ. <i>-άσω</i>, [[δείχνω]] [[μελαγχολικός]], είμαι [[λυπημένος]], [[κατσουφιάζω]], στραβομουτσουνιάζω, σε Καινή Διαθήκη· λέγεται για τον καιρό, έχει [[συννεφιά]], απειλείται να ξεσπάσει [[καταιγίδα]], στο ίδ.
}}
}}