Anonymous

στυγνάζω: Difference between revisions

From LSJ
nl
(6)
(nl)
Line 33: Line 33:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''στυγνάζω:''' μέλ. <i>-άσω</i>, [[δείχνω]] [[μελαγχολικός]], είμαι [[λυπημένος]], [[κατσουφιάζω]], στραβομουτσουνιάζω, σε Καινή Διαθήκη· λέγεται για τον καιρό, έχει [[συννεφιά]], απειλείται να ξεσπάσει [[καταιγίδα]], στο ίδ.
|lsmtext='''στυγνάζω:''' μέλ. <i>-άσω</i>, [[δείχνω]] [[μελαγχολικός]], είμαι [[λυπημένος]], [[κατσουφιάζω]], στραβομουτσουνιάζω, σε Καινή Διαθήκη· λέγεται για τον καιρό, έχει [[συννεφιά]], απειλείται να ξεσπάσει [[καταιγίδα]], στο ίδ.
}}
{{elnl
|elnltext=στυγνάζω [στυγνός] treurig of somber worden of zijn.
}}
}}