Anonymous

σφαραγίζω: Difference between revisions

From LSJ
6
(40)
(6)
Line 18: Line 18:
{{grml
{{grml
|mltxt=Α<br />ηχώ με πολύ θόρυβο.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Παράλληλος τ. του <i>σφαραγοῦμαι</i> με κατάλ. -<i>ίζω</i>].
|mltxt=Α<br />ηχώ με πολύ θόρυβο.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Παράλληλος τ. του <i>σφαραγοῦμαι</i> με κατάλ. -<i>ίζω</i>].
}}
{{lsm
|lsmtext='''σφᾰρᾰγίζω:''' μόνο σε Επικ. παρατ. <i>σφαράγιζον</i>, συνταράζω [[παράγοντας]] κρότο, [[δονώ]] θορυβωδώς, σε Ησίοδ.
}}
}}