Anonymous

τιθηνός: Difference between revisions

From LSJ
6
(41)
(6)
Line 18: Line 18:
{{grml
{{grml
|mltxt=-όν, Α [[τιθήνη]]<br /><b>1.</b> αυτός που έχει αναλάβει την [[ανατροφή]] μικρού παιδιού, [[τροφός]]<br /><b>2.</b> αυτός που δέχεται τις περιποιήσεις του ή της τροφού, ο γαλουχούμενος («παῑδα τιθηνόν», <b>επιγρ.</b>)<br /><b>3.</b> <b>το αρσ. ως ουσ.</b> <i>ὁ [[τιθηνός]]<br />[[άτομο]] που ασχολείται με την [[ανατροφή]] μικρού παιδιού ή αυτός που έχει αναλάβει την επιμέλειά του<br /><b>4.</b> <b>το θηλ. ως ουσ.</b> <i>ἡ [[τιθηνός]]<br />[[παραμάννα]] μικρού παιδιού, [[τροφός]].
|mltxt=-όν, Α [[τιθήνη]]<br /><b>1.</b> αυτός που έχει αναλάβει την [[ανατροφή]] μικρού παιδιού, [[τροφός]]<br /><b>2.</b> αυτός που δέχεται τις περιποιήσεις του ή της τροφού, ο γαλουχούμενος («παῑδα τιθηνόν», <b>επιγρ.</b>)<br /><b>3.</b> <b>το αρσ. ως ουσ.</b> <i>ὁ [[τιθηνός]]<br />[[άτομο]] που ασχολείται με την [[ανατροφή]] μικρού παιδιού ή αυτός που έχει αναλάβει την επιμέλειά του<br /><b>4.</b> <b>το θηλ. ως ουσ.</b> <i>ἡ [[τιθηνός]]<br />[[παραμάννα]] μικρού παιδιού, [[τροφός]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''τῐθηνός:''' -όν (*θάω, με αναδιπλ.) [[τροφός]], <i>πόνων τιθηνοὺς ἀποδιδοῦσά σοι τροφάς</i>, ανταποδίδοντάς [[σου]] τις φροντίδες περίθαλψής, για τους κόπους που κατέβαλες για τη δική μου [[περίθαλψη]], σε Ευρ.
}}
}}