Anonymous

ὑβός: Difference between revisions

From LSJ
95 bytes added ,  31 December 2018
6
(42)
(6)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=-ή, -ό / [[ὑβός]], -ή, -όν, ΝΑ<br />[[κυφός]], [[καμπούρης]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Εκφραστικός όρος του ιατρικού λεξιλογίου, άγνωστης ετυμολ., που εμφανίζει [[επίθημα]] -<i>βος</i>, όπως και άλλα επίθ. σχετικά με σωματικές αδυναμίες ή αναπηρίες (<b>πρβλ.</b> <i>κλα</i>-<i>μ</i>-<i>βός</i>, <i>στρα</i>-<i>β</i>-<i>ός</i>)].
|mltxt=-ή, -ό / [[ὑβός]], -ή, -όν, ΝΑ<br />[[κυφός]], [[καμπούρης]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Εκφραστικός όρος του ιατρικού λεξιλογίου, άγνωστης ετυμολ., που εμφανίζει [[επίθημα]] -<i>βος</i>, όπως και άλλα επίθ. σχετικά με σωματικές αδυναμίες ή αναπηρίες (<b>πρβλ.</b> <i>κλα</i>-<i>μ</i>-<i>βός</i>, <i>στρα</i>-<i>β</i>-<i>ός</i>)].
}}
{{lsm
|lsmtext='''ὑβός:''' [ῡ], -ή, -όν, [[καμπούρης]], σε Θεόκρ.
}}
}}