3,277,226
edits
(46) |
(6) |
||
Line 18: | Line 18: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=τὸ, ΜΑ<br /><b>βλ.</b> [[χειμάδι]]. | |mltxt=τὸ, ΜΑ<br /><b>βλ.</b> [[χειμάδι]]. | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''χειμάδιον:''' [ᾰ], τό, χειμερινό [[κατάλυμα]], [[μέρος]] για να περάσει [[κανείς]] το χειμώνα, χειμαδίῳ [[χρῆσθαι]] Λήμνῳ, σε Δημ.· [[συνήθως]] σε πληθ., <i>χειμάδια πήγνυσθαι</i>, [[κατασκευάζω]] τη χειμερινή [[κατοικία]] μου, σε Πλούτ. | |||
}} | }} |