Anonymous

χειροποίητος: Difference between revisions

From LSJ
6
(46)
(6)
Line 27: Line 27:
{{grml
{{grml
|mltxt=-η, -ο / [[χειροποίητος]], -ον, ΝΜΑ [[χειροποιῶ]]<br /><b>νεοελλ.</b><br />κατασκευασμένος, επεξεργασμένος ή φιλοτεχνημένος με το [[χέρι]], σε [[αντιδιαστολή]] [[προς]] τον μηχανοποίητο (α. «χειροποίητα υποδήματα» β. «χειροποίητα κεντήματα»)<br /><b>μσν.-αρχ.</b><br />κατασκευασμένος από ανθρώπινα χέρια, σε [[αντιδιαστολή]] [[προς]] τον δημιουργημένο από τον Θεό («τὸν ναὸν τοῡτον τὸν χειροποίητον», ΚΔ)<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> κατασκευασμένος από ανθρώπινα χέρια, σε [[αντιδιαστολή]] [[προς]] τον [[φυσικό]] ή τον αυτοφυή («[[σκῆπτρον]] χειροποίητον», <b>Ηρόδ.</b>)<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> «φλὸξ [[χειροποίητος]]» — [[φωτιά]] που τήν άναψαν [[επίτηδες]] (<b>Θουκ.</b>). <br /><b>επίρρ.</b><i>..</i><br />[[χειροποιήτως]] Α<br />τεχνητά, με ανθρώπινη [[εργασία]] («τὴν λίμνην τῇ παρακειμένῃ θαλάττῃ σύρρουν γεγονέναι [[χειροποιήτως]]», Δίον. Αλ.).
|mltxt=-η, -ο / [[χειροποίητος]], -ον, ΝΜΑ [[χειροποιῶ]]<br /><b>νεοελλ.</b><br />κατασκευασμένος, επεξεργασμένος ή φιλοτεχνημένος με το [[χέρι]], σε [[αντιδιαστολή]] [[προς]] τον μηχανοποίητο (α. «χειροποίητα υποδήματα» β. «χειροποίητα κεντήματα»)<br /><b>μσν.-αρχ.</b><br />κατασκευασμένος από ανθρώπινα χέρια, σε [[αντιδιαστολή]] [[προς]] τον δημιουργημένο από τον Θεό («τὸν ναὸν τοῡτον τὸν χειροποίητον», ΚΔ)<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> κατασκευασμένος από ανθρώπινα χέρια, σε [[αντιδιαστολή]] [[προς]] τον [[φυσικό]] ή τον αυτοφυή («[[σκῆπτρον]] χειροποίητον», <b>Ηρόδ.</b>)<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> «φλὸξ [[χειροποίητος]]» — [[φωτιά]] που τήν άναψαν [[επίτηδες]] (<b>Θουκ.</b>). <br /><b>επίρρ.</b><i>..</i><br />[[χειροποιήτως]] Α<br />τεχνητά, με ανθρώπινη [[εργασία]] («τὴν λίμνην τῇ παρακειμένῃ θαλάττῃ σύρρουν γεγονέναι [[χειροποιήτως]]», Δίον. Αλ.).
}}
{{lsm
|lsmtext='''χειροποίητος:''' -ον, αυτός που έχει φτιαχτεί με το [[χέρι]], [[τεχνητός]], αντίθ. προς το [[αὐτοφυής]] ([[φυσικός]]), σε Ηρόδ.· <i>φλὸξ χειροποίητη</i>, [[φωτιά]] που άναψε από [[χέρι]] ανθρώπου, σε Θουκ.
}}
}}