3,270,629
edits
(46) |
(6) |
||
Line 24: | Line 24: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=-άσπιδος, ὁ, Α<br /><b>1.</b> αυτός που έχει χάλκινη [[ασπίδα]] («χαλκάσπιδες ὑμέτεροι πρόγονοι», <b>Πίνδ.</b>)<br /><b>2.</b> ο [[αθλητής]] που μετέχει σε ένοπλο αγώνα δρόμου («χαλκάσπιδα Πυθιονίκαν», <b>Πίνδ.</b>)<br /><b>3.</b> <b>στον πληθ.</b> <i>οἱ χαλκάσπιδες</i><br />[[σώμα]] του μακεδονικού στρατού.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>χαλκ</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> -<i>ασπις</i> (<span style="color: red;"><</span> [[ἀσπίς]], -[[ίδος]]), (<b>πρβλ.</b> <i>χρύσ</i>-<i>ασπις</i>)]. | |mltxt=-άσπιδος, ὁ, Α<br /><b>1.</b> αυτός που έχει χάλκινη [[ασπίδα]] («χαλκάσπιδες ὑμέτεροι πρόγονοι», <b>Πίνδ.</b>)<br /><b>2.</b> ο [[αθλητής]] που μετέχει σε ένοπλο αγώνα δρόμου («χαλκάσπιδα Πυθιονίκαν», <b>Πίνδ.</b>)<br /><b>3.</b> <b>στον πληθ.</b> <i>οἱ χαλκάσπιδες</i><br />[[σώμα]] του μακεδονικού στρατού.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>χαλκ</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> -<i>ασπις</i> (<span style="color: red;"><</span> [[ἀσπίς]], -[[ίδος]]), (<b>πρβλ.</b> <i>χρύσ</i>-<i>ασπις</i>)]. | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''χάλκασπις:''' -ιδος, ὁ, ἡ, αυτός που έχει χάλκινη [[ασπίδα]], σε Πίνδ., Σοφ.· λέγεται για κάποιον που τρέχει σε ένοπλο αγώνα δρόμου, σε Πίνδ. | |||
}} | }} |