Anonymous

ἐκτάσσω: Difference between revisions

From LSJ
2
(4)
(2)
Line 27: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἐκτάσσω:''' Αττ. -ττω, μέλ. <i>-ξω</i>, [[παρατάσσω]] σε [[γραμμή]] μάχης, λέγεται για αξιωματούους — Μέσ., παρατάσσομαι, απλώνομαι στη [[μάχη]], λέγεται για στρατιώτες, σε Ξεν.
|lsmtext='''ἐκτάσσω:''' Αττ. -ττω, μέλ. <i>-ξω</i>, [[παρατάσσω]] σε [[γραμμή]] μάχης, λέγεται για αξιωματούους — Μέσ., παρατάσσομαι, απλώνομαι στη [[μάχη]], λέγεται για στρατιώτες, σε Ξεν.
}}
{{elru
|elrutext='''ἐκτάσσω:''' атт. [[ἐκτάττω]] выстраивать, med. выстраиваться в боевой порядок Xen., Polyb., Diod.: αὐτῶν εἰς [[μῆκος]] ἐκτεταγμένων Plut. когда они заняли более дальние (боевые) позиции (досл. когда их строй растянулся в длину).
}}
}}