Anonymous

παρατροχάζω: Difference between revisions

From LSJ
3b
(5)
(3b)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''παρατροχάζω:''' ποιητ. αντί [[παρατρέχω]], [[έρχομαι]] τρέχοντας, <i>τινά</i>, σε Ανθ.· περνώ δίπλα ή πάνω από, [[προσπερνώ]], [[αφήνω]] απαρατήρητο, στο ίδ.
|lsmtext='''παρατροχάζω:''' ποιητ. αντί [[παρατρέχω]], [[έρχομαι]] τρέχοντας, <i>τινά</i>, σε Ανθ.· περνώ δίπλα ή πάνω από, [[προσπερνώ]], [[αφήνω]] απαρατήρητο, στο ίδ.
}}
{{elru
|elrutext='''παρατροχάζω:''' опережать, обгонять (τινά Anth.).
}}
}}