Anonymous

βορά: Difference between revisions

From LSJ
121 bytes added ,  31 December 2018
1b
(3)
(1b)
Line 30: Line 30:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''βορά:''' ἡ (βλ. [[βιβρώσκω]]), [[τροφή]], [[βοσκή]], [[κρέας]], κανονικά χρησιμοποιείται για τα σαρκοφάγα ζώα, σε Τραγ.· λέγεται για συμπόσια ανθρωποφάγων λαών, σε Ηρόδ., Τραγ.· σπάνια, χρησιμ. για το απλό [[φαγητό]], σε Αισχύλ., Σοφ.
|lsmtext='''βορά:''' ἡ (βλ. [[βιβρώσκω]]), [[τροφή]], [[βοσκή]], [[κρέας]], κανονικά χρησιμοποιείται για τα σαρκοφάγα ζώα, σε Τραγ.· λέγεται για συμπόσια ανθρωποφάγων λαών, σε Ηρόδ., Τραγ.· σπάνια, χρησιμ. για το απλό [[φαγητό]], σε Αισχύλ., Σοφ.
}}
{{elru
|elrutext='''βορά:''' ἡ [[βιβρώσκω]] пища, еда, корм Pind., Trag., Her., Arph., Plut.
}}
}}